Ο Ειρηνικός

 

Ταξιδεύοντας στο βαθύ γαλάζιο του Ειρηνικού

με πλοίο την ελπίδα και εφόδιο την αγωνία

του ερχομού στην πατρίδα,

συναντήσαμε την κυτά-Γαλήνη του Ωκεανού

και μας είπε τρεις λέξεις μοναχά:

Περιμένουμε φουρτούνα παιδιά...

Ταραχτήκαμε κι από το φόβο μας έσβησαν τα φαναράκια μας.

Ξάφνου ένα κύμα υψώνεται μπροστά μας!

Ούτε να δούμε μπορούμε δεξιά μας!

Αιώνες μας φαίνονται τα λεπτά που περνάνε

κάτω από το θηριώδες αυτό κύμα!!!

Φωνάξαμε όλοι,

όλοι μαζί:

Αργεί το πλοίο μας,

και δεν προχωρεί!

Φωνάζει έπειτα ο καπετάνιος και απαντά

με φωνή βραχνιά και μάτια δακρυσμένα

                                           θολωμένα

                                           μαυρισμένα:

Φτάνουμε, φτάνουμε, φτάνουμε παιδιά

κι εμείς αρχίζουμε και κλαίμε

καθώς με λυγμούς λέμε:

          ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ ΓΛΥΚΙΑ!!!

Και να 'σου τα φώτα της πόλης, το λος Άντζελες

περιμένει, ανυπομονεί να δει τους παλιούς μετανάστες και...

Ακούγεται ξανά η βραχνιά φωνή του καπετάνιου που

είχε γίνει ουράνια μελωδία και έλεγε:

Κατεβείτε από το πλοίο, τέλειωσε πια τα ταξίδι!

Είστε πάλι ελεύθερα, ελεύθερα πουλιά

που πετούν στα σύννεφα ψηλά!

 

Δέσποινα Βαγιώτα Ε'2

 

Πίσω  Αρχική